Λαβδακίδαι

Λαβδακίδαι
Λαβδακίδαι
masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Λαβδακιδᾶν — Λαβδακίδαι masc gen pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λαβδακιδῶν — Λαβδακίδαι masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λαβδακίδαις — Λαβδακίδαι masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λαβδακίδαισι — Λαβδακίδαι masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λαβδακίδαισιν — Λαβδακίδαι masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επώνυμο — Το όνομα της οικογένειας ή του οίκου που συνοδεύει το προσωπικό όνομα. Στους αρχαίους πολιτισμούς της ανατολικής Μεσογείου, στο προσωπικό όνομα προσέθεταν μερικές φορές το όνομα του πατέρα. Στους Άραβες, π.χ., Μοχάμετ ιμπν Άφαν και στους Εβραίους …   Dictionary of Greek

  • Λαβδακίδας — Λαβδακίδᾱς , Λαβδακίδαι masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”